Στη συγκεκριμένη ενότητα γίνεται μια προσπάθεια παρουσίασης του τρόπου με τον οποίο οργανώνεται μια έρευνα για τη μελέτη της τοπικής ιστορίας. Παρουσιάζονται τα σημαντικά εργαλεία και η μέθοδος που χρησιμοποιούμε ώστε να προσεγγίσουμε το παρελθόν. Είναι αναγκαία η παραδοχή ότι ουσιαστική διάκριση της ερευνητικής μεθοδολογίας και της διδακτικής της τοπικής ιστορίας από τη γενική δεν μπορεί να υπάρξει καθώς δεν αντιμετωπίζεται ως ένα ξεχωριστό είδος ιστορικής προσέγγισης. Η σχέση της τοπικής με τη γενική ιστορία αποτελεί μια αμοιβαία σχέση ανταλλαγών και όχι μια υπάλληλη μεταξύ τους σχέση. Με άλλα λόγια η διδακτική της τοπικής ιστορίας πραγματοποιείται ουσιαστικά μέσα από το βιωματικό εργαλείο της έρευνας. Βασική θέση μας είναι η τοπική ιστορία μπορεί να αποτελέσει συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη σχολική ιστορία, τη συλλογική μνήμη και την ευαισθητοποίηση των πολιτών, εκκινώντας από την εκπαιδευτική διαδικασία.
Σε κάθε περίπτωση πριν ξεκινήσουμε την έρευνά μας ή το σχεδιασμό της διδασκαλίας για την ιστορία κάποιου τόπου είναι καλό να μελετήσουμε την ήδη υπάρχουσα βιβλιογραφία. Η επίσκεψη σε μια τοπική βιβλιοθήκη ή αρχείο βοηθάει για να εντοπίσουμε βιβλία, περιοδικά ή άλλο υλικό που έχει γραφτεί για την ιστορία της περιοχής. Παράλληλα η εξοικείωση με τους χώρους αυτούς ενισχύει την εργασία μας, καθώς εκεί βρίσκονται πολλές πηγές που θα χρησιμοποιήσουμε στην έρευνά μας.
Τι εννοούμε με τον όρο ιστορική πηγή (τεκμήριο, μαρτυρία);
Πηγή ονομάζουμε κάτι ενδιάμεσο ανάμεσα στον ιστορικό και το παρελθόν, ο,τιδήποτε μπορεί με κάποιο τρόπο να μας ανακαλύψει κάτι για το παρελθόν ό,τι δηλαδή εξαρτάται από τον άνθρωπο, του χρησιμεύει, τον εκφράζει, σημαίνει την παρουσία του, τη δράση του, τα γούστα ή τους τρόπους ύπαρξης του.4 Η ύπαρξη πηγών αποτελεί, όπως είδαμε, προϋπόθεση της ιστορικής γνώσης. Τα ίχνη που άφησαν οι άνθρωποι μετατρέπονται από τον ιστορικό σε πηγές που μαρτυρούν για το ανθρώπινο παρελθόν, μετατρέπονται σε μαρτυρίες για τα ερωτήματα που θέτει ο ιστορικός.Κάθε τόπος εγγράφεται στο χρόνο και η ιστορία αφήνει τα ίχνη της στο χώρο, στο τοπίο, στα κτίσματα, στα αρχεία, στη συλλογική μνήμη κ.ά.
Τυπολογίες πηγών:
Χωρίζουμε τις πηγές σε πρωτογενείς και δευτερογενείς. Πρωτογενείς πηγές θεωρούνται αυτές που προέρχονται από τη συγκεκριμένη περίοδο του παρελθόντος που μελετά ο ιστορικός (ταυτόχρονη δημιουργία), ενώ δευτερογενείς θεωρούνται οι ερμηνείες που γράφονται μεταγενέστερα (υστερόχρονη δημιουργία).
Οι πηγές χωρίζονται επίσης σε εκούσιες μαρτυρίες και ακούσιες πληροφορίες.Εκούσια μαρτυρία είναι κάθε πληροφορία που παρέχει μια πηγή με την πρόθεση του συντάκτη της. Ακούσια πληροφορία είναι όλα τα χρήσιμα στοιχεία που μπορεί να αντλήσει ο ιστορικός από μια πηγή ανεξάρτητα από τις προθέσεις του δημιουργού της, πρόκειται συνήθως για πράγματα που θεωρούνται δεδομένα από τους ανθρώπους άλλων εποχών. Παράδειγμα ακούσιας μαρτυρίας: Σε οδηγούς για νηστείες μπορούμε να εντοπίσουμε διατροφικές συνήθειες. Μελετώντας τις διαφημίσεις των αρχών του αιώνα και της σύγχρονης εποχής συγκριτικά μπορούμε να εντοπίσουμε στοιχεία για την αλλαγή των αντιλήψεων περί ομορφιάς. Χωρίζουμε, τέλος, τις πηγές σε υλικές μαρτυρίες, γραπτές (δημοσιευμένες και αδημοσίευτες), ηχητικές, οπτικές, οπτικοακουστικές, ηλεκτρονικές.